Τρίτη 23 Ιανουαρίου 2018

Αυτό δεν ήταν ένα απλό συλλαλητήριο, ήταν το ξύπνημα του όρκου.

Αυτό δεν ήταν ένα απλό συλλαλητήριο, ήταν το ξύπνημα του όρκου. 





Θα έχουμε να λέμε στο μέλλον πώς ήμασταν κι εμείς εκεί. Ακριβώς δίπλα μου ένας πατέρας είχε στους ώμους του την μικρή του κόρη. 
Γονείς χάνανε τα παιδιά τους από το πλήθος και τον όγκο των συγκεντρωμένων που κινούνταν διαρκώς από το παλιό λιμάνι. Έλληνες της διπλανής πόρτας, απλοί άνθρωποι κατέβαιναν την πλατεία Αριστοτέλους και τους γύρω δρόμους (που κάποτε χάραξε ο  Γάλλος Ερνέστος Εμπράρ και τώρα την κοσμεί στο ύψος της Τσιμισκή μία προκάτ κιτς κατασκευή μπροστά από το Ηλέκτρα Παλλάς). 
400 μέτρα πιο μακριά από τον Λευκό Πύργο ο κόσμος σαν το μελίσσι κατέβαινε από παντού προς το κέντρο αναφοράς, το άγαλμα του Μεγάλου Αλεξάνδρου  στην διαπλατυσμένη νέα παραλία Θεσσαλονίκης (που δεν υπήρχε το 1992), από το Μέγαρο Μουσικής, ερχόταν από την Βασιλίσσης Όλγας. Οι γιαγιάδες κατέβαιναν από τα Κάστρα με τα πόδια και τότε στο δρόμο μια γιαγιά την προϋπάντησε μία νεαρή και της είπε:
 << Που πας γιαγιά; - Στο συλλαλητήριο παιδί μου, απάντησε. Και την παρότρυνε να μην πάει, γιατί γίνονται επεισόδια, μην πάθει κακό. Τότε η γιαγιά οπλίστηκε με περίσσιο θάρρος και σκεπτόμενη πώς δεν φοβήθηκε τους ναζί και τους φασίστες, προχώρησε με βήμα γοργό με το μαγκουράκι της. - Θα πάω παιδί μου. Και πλησιάζοντας ακούοντας την βουή των Ελλήνων που τους κάλεσε το εσωτερικό καθήκον, ένιωσε μία ευδαιμονία, μία ψυχική αγαλλίαση.
Ένιωσε σαν να την διαπέρασε το ρεύμα της παρακαταθήκης των Ελλήνων που πριν το 1821 και την Εθνική Παλιγγενεσία δίναν όρκο στην Φιλική Εταιρεία. 
Αυτό δεν ήταν συλλαλητήριο, ήταν το ξύπνημα του όρκου. Το ξύπνημα του όρκου που άργησε για την Μακεδονία σχεδόν έναν αιώνα μετά, του Αγίου Δημητρίου, 26 Οκτωβρίου του 1912. 
Ήταν το ποτέ ξανά σκλαβιά και ειδικά μέσα στην αδούλωτη ψυχή.  
Γιατί άργησε έναν αιώνα η απελευθέρωση της Μακεδονίας; Γιατί η Μακεδονία είναι η στέγη της Ελλάδας, ήταν η στέγη του γνωστού κόσμου κάποτε. Η κορυφή. Και ο δρόμος για την κορυφή είναι δύσβατος, κακοτράχαλος, με ανεμοσούρια , αέρηδες και νέφη που χάνεις τον προσανατολισμό σου. Κι αν θαρρείς πώς δεν θα μετρήσεις και δεν θα κοιτάς συνεχώς τα βήματά σου μέσα στην πυκνή ομίχλη και δεν θα δεις που πατάς, θα πέσεις στο έρεβος της ανάβασης, όπως δυστυχώς κάποιοι ορειβάτες δοκίμασαν την πλάνη του εγώ τους να κατακτήσουν τον Όλυμπο χωρίς την ευχή του.
Αυτή είναι η Μακεδονία μας. Είναι η στέγη που σκεπάζει τον Ελλαδικό χώρο από τις κακοκαιρίες και τους καύσωνες. Είναι το λίκνο μας. Είναι από εκεί που υπάρχει ο αρχέγονος σπόρος μας.  Και να θυμόμαστε πώς τις κορυφές στη ζωή μας δεν τις σκαρφαλώνουμε με επιτυχία κάθε μέρα.
Κι αν παραδώσουμε τα δικαιώματα της στέγης, αλλοίμονο στις νεώτερες γενιές και σε μας που θα είμαστε ανήμποροι γέροι. Φαντάσου στο σπίτι σου να έρθουν να σου πάρουν τα συμβόλαια από την ταράτσα και την σκεπή σου και να αρχίζουν να την γκρεμίζουνε, να την ξαναφτιάχνουνε, να την βάζουν πράγματα έστω που δεν σου αρέσουν. Φαντάσου να μην θέλουν να κάνουν τίποτα σε αυτήν την στέγη, παρά μόνο να την ανοίξουνε μία μεγάλη τρύπα και να μπαίνει το νέρο της βροχής, το χιόνι, η υγρασία της νύχτας, οι σκόνες των ανέμων εκεί που κατοικείς. Σε πόσα χρόνια θα πέσει το σπίτι σου; Δεν θέλει ιδιαίτερες μαντικές ικανότητες. Ποιος γείτονας θα σε νογάει για σοβαρό άνθρωπο που δεν μπορείς να φτιάξεις την στέγη. Κι εσύ να λες. Υπέγραψα, με ξεγέλασε και τώρα δεν με αφήνει. Θα με πάει στα δικάστηρια. 
'Έτσι ακριβώς θα γίνει σε βάθος χρόνου και με την Μακεδονία. Ακόμη και οι πιο αγνές προθέσεις να πληρούν τις προϋποθέσεις, κανείς δεν σε διαβεβαιώνει ότι θα ισχύσουν για πάντα.
Πώς να εμπιστευτείς κάποιον που σε ξεγέλασε μια φορά; 
 
Τώρα μετά από χρόνια σαν μας κάλεσε ο αγώνας ξανά, το αθάνατο νερό είναι η θύμηση της ιστορίας μας, να μην ξεχαστούμε.
  • Πώς απαιτείτε να σβήσουμε την μνήμη μας, τις διδαχές μας, τις παιδικές μας αναμνήσεις για χάριν των αναθεωρητών; 
  • Πώς μας ζητάτε έναν αιώνα μετά να παραδώσουμε ξανά στα χαρτιά το όνομα της Μακεδονίας, όπως τότε την Βόρειο Ήπειρο που την ελευθερώσαμε δυο φορές, στους Βαλκανικούς πολέμους και στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. 
  • Πού έδωσε ο Ελληνισμός απλόχερα για χάριν της Ειρήνης και δεν εξαπατήθηκε και συνεχίζει; Δείτε την ελληνική μειονότητα της Βορείου Ηπείρου πώς περνάνε; Κωνσταντινούπολη; Πόντος; Ίμβρος; Τένεδος; Η κλειστή Θεολογική Σχολή της Χάλκης; 
  • Πώς ζητάτε από το κράτος που στήριξε όσο κανένα άλλο την Δύση να υποχωρήσει χάριν μίας προσωρινής γεωστρατηγικής συμμαχίας, που δεν δείχνει να αντέχει στο βάθος των χρόνων. 
  • Κι όλα αυτά χάριν σύγχρονων οδών μεταφοράς ενέργειας που σίγουρα δεν θα υπάρχουν στους εμπορικούς δρόμους μετά από 50 χρόνια και το μόνο που θα δημιουργούν θα είναι αλυτρωτικές αξιώσεις στο διεθνές δίκαιο.

 Στο συλλαλητήριο δεν βρεθήκαμε τυχαία και πόσω δε μάλλον δεν μας πρέπουν ανοίκειοι και ασεβείς χαρακτηρισμοί, αλλά γιατί εσύ το ίδιο το κράτος μας δίδαξες ήθος, απαιτείς να είμαστε νομοταγείς πολίτες και να λέμε την αλήθεια. Αυτή την αλήθεια, τον πιο αρχαίο άγραφο εθιμικό κανόνα υπερασπιζόμαστε, που υπάρχει από την γένεση του κόσμου και το ψεύδος της έριξε τους Πρωτόπλαστους. 
Αυτή την αλήθεια που και το κράτος με τα σχολεία του να μην μας την μάθαινε, μας την έμαθε η γιαγιά μας όταν μας έπαιρνε αγκαλιά να μας κοιμίσει το βράδυ και μας μιλούσε για τον Μέγα Αλέξανδρο, την γοργόνα και τον καταραμένο όφι. Για τα κατορθώματά του. Για την εκστρατεία στην έρημο για να βρει το αθάνατο νερό. 
Αυτή την αλήθεια που την διατρανώνουν σε κάθε οδό, σε κάθε πόλη, σε ονομασίες δήμων, σε κάθε συνοικία με το όνομα του μακεδονομάχου Παύλου Μελά και των λοιπών συνοδοιπόρων του.
Ακόμα κι αν τα σβήσετε όλα αυτά, θα μείνουν τα ελληνικά τραγούδια.
Ακόμη κι αν τα σβήσετε  κι αυτά,  θα μείνουν τα τραγούδια που αφηγούνται με ξενόγλωσσο στίχο και υμνούν την εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου ως αρχηγού των Ελλήνων.
Κι αν  σβήσετε κι αυτά, θα μείνουν τα μνημεία και οι ελληνικές πόλεις που ίδρυσε ο μέγας στρατηλάτης, πριν αλλάξει η σκυτάλη στην ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Θα μείνουν οι αρχαίοι πάπυροι της βιβλιοθήκης της Αλεξανδρείας, που βρίσκονται στις μεγαλύτερες συλλογές του κόσμου. 
Κι αν πέσουν και τα μνημεία, και σβηστούν οι πόλεις και καούν οι πάπυροι και χαθεί η μνήμη, θα μείνουν τα οστά που θα βρίσκονται σε κάποια τυχαία ανασκαφή όπως στην Αμφίπολη , όπως η λάρνακα με τον Ήλιο της Βεργίνας που θα φωνάζει είμαστε εδώ.
Ακόμη κι αν αυτά μεταφερθούν και πάνε αλλού και πουν εδώ βρισκόταν, θα μείνει ο ποτισμένος τόπος με το αίμα και τη θυσία.
Θα μείνει ο αιθέρας της επιμνημόσυνης δέησης από τους ζώντες υπέρ της ψυχής των νεκρών για να ζουν δίκαια και με ειρήνη οι αγέννητοι.

Κι αυτό το αίμα που χύθηκε, θα έρχεται σαν οργή να μας τυλίγει στον ύπνο μας αν δεν κάνουμε το καθήκον μας να διατρανώσουμε ότι το όνομα μας ανήκει, ότι δεν το ξεχάσαμε κι ας πέρασαν όχι δέκα (10) χρόνια, αλλά άλλα κι άλλα τόσα από την πρώτη φορά. Αυτός ο κόσμος προσήλθε εκουσίως και ακηδεμόνευτος χωρίς καμία άνωθεν υπόδειξη, ναύλωσε μόνος του λεωφορεία, πλοία, αυτοκίνητα, έβαλε τα ατομικά του έξοδα και μαζεύτηκε όπως το μελίσσι επιστρέφει στην κυψέλη του μετά την αναπαραγωγή στα δένδρα και στα φυτά και την γύρη. 
Δεν πρέπει να λοιδωρείται, αλλά να ληφθεί ως προαπαιτούμενο όχι μόνο για την Μακεδονία αλλά για το ίδιο το Έθνος πώς η γλώσσα της αληθείας και των παρακαταθηκών, μπορούν να μας κάνουν να εργαστούμε συλλογικά και συντονισμένα και να επιτύχουμε θαύματα.
Μόνο η αιώνια κατάρα, ο διχασμός κι η εγωπάθεια είναι ο εχθρός μας. 
Εν κατακλείδι, οι Έλληνες είναι φιλαλήθεις και όχι φασίστες ούτε ρατσιστές και το απέδειξαν ειδικά στο προσφυγικό τότε στην Ειδομένη όπου σε ελληνικό έδαφος φιλοξενήθηκαν και σε σκοπιανό ξυλοκοπήθηκαν και κλείσανε τα σύνορα. 

Τελικά, όντως είμαστε πολλοί. 


23.01.2018

Αβέλλας Μιχάλης
Μέλος Διαβούλευσης Δ. Τεμπών - αστυνομικός