Τρίτη 13 Απριλίου 2021

Κάνε Θεέ μου να μη διχαστούν ξανά οι Έλληνες.


Σαν σήμερα, 13 Απριλίου 1204 η Πόλη παραδινόταν στα χέρια των σταυροφόρων. Τι συνέβη όμως;

Ναι αλλά δεν την πολιόρκησαν καν. Άνοιξαν τις πύλες γιατί μάλωναν οι διάδοχοι μεταξύ τους. Ήταν τόσο μεγάλη η διαφθορά στο Βυζάντιο που είχε πάρει το δρόμο του Ναδίρ και καταπίεζε τους ίδιους τους υπηκόους του. Οι ακρίτες είχαν χάσει την γη τους από τους αυλικούς, η φορολογία ήταν μεγάλη, η αδικία ακόμη μεγαλύτερη, ο καταστροφικός εμφύλιος των θεμάτων μεταξύ 1050-1070 στη Μικρά Ασία και στην περιοχή της Ανατολίας ήταν τόσο τεράστιος, ώστε η μάχη στο Ματζικέρτ το 1071 με νικητή τον Αλπ Ασλάν και την αιχμαλωσία του αυτοκράτορα ήρθε σαν το επιστέγασμα. Μετέπειτα δε με τη μάχη στο Μυριοκέφαλο το 1172 ήρθε το τελειωτικό χτύπημα. Οπότε και το Βυζάντιο για να ορθώσει το ανάστημα στην ισλαμική άνοδο που έψαχνε τον ηγέτη της στο πρόσωπο του Σαλαντίν παραχώρησε δικαιώματα ναυσιπλοϊας και εμπορικών χρήσεων στη Δύση, Βενετούς και Γενουάτες.

Αντιλαμβανόμενοι οι δυτικοί το μέγεθος της βυζαντινής διαπλοκής, αποφάσισαν να αλλάξουν ρου και από Ιεροσόλυμα ανήλθαν στην Πόλη, όπου τους ανέμενε ο Αλέξιος.

Η συνέχεια είναι γνωστή με τον Ερρίκο Δανδόλο και την μεταφορά της Αυτοκρατορίας της Νίκαιας υπό σημαία του Ιωάννη Βατάτζη. Ιστορικές πηγές αναφέρουν ότι κατεδίωξε το πλοίο που μετέφερε τον ακάνθινο στέφανο του Ιησού αλλά μέσα στην θαλασσοταραχή διέφυγε στη Δύση.

Έπειτα η συμμαχία ήταν περίπλοκη καθώς ο μεγαλύτερος εξ ανατολών κίνδυνος ήταν η άνοδος των μογγολικών φυλών που σαρώναν τα πάντα στο πέρασμά τους και θα διέλυαν την αυτοκρατορία των Σελτζούκων που θα την διαδέχονταν οι Οσμανλήδες και θα ίδρυαν την Οθωμανική αυτοκρατορία.

Το Βυζάντιο είχε περάσει σε δεύτερη μοίρα και πιθανόν να είχε πέσει νωρίτερα αν το ξέσπασμα της πανώλης που μεταφέρθηκε από την Χρυσή ορδή καταρχήν στην πολιορκία της Κριμαίας και με πλοία μέσω των ποντικών στα λιμάνια της Δύσης , παρά την καραντίνα. Τα τρωκτικά μέσα από τα αμπάρια εισήλθαν από την αγκυρωση στα λιμάνια και λόγω των χαμηλών υγειονομικών συνθηκών της εποχής μεταφέρθηκε στον γενικό πληθυσμό.

Για αυτό πριν κατηγορήσουμε αυτούς που τους δώσαμε το δικαίωμα να μας κατακτήσουν, ας στρέψουμε το βλέμμα μας στον καθρέφτη και στην αιώνια σπορά που θέλει να υποφέρει από προδοσία.

Οι ιστορικές μνήμες για τον ξεπεσμό μιας αυτοκρατορίας ή ενός κράτους πρέπει να αναζητώνται στο αίσθημα δικαίου που επικρατεί στην κοινωνία και στην ευημερία των μικρομεσαίων, που αποτελούν στην ουσία τους διαχρονικούς ευγενείς (ιππείς) που μεταφέρουν όχι απλά τον πλούτο, αλλά την πολιτιστική κληρονομιά και παραδόσεις ατόφιες ως διαθήκη για το γένος και όχι να υπογραφεί νόμους για παραχώρηση των αρχαιοτήτων σε ξένα ιδρύματα και μουσεία , αλλά να διεκδικεί τον επαναπατρισμό όσων κοσμούν τα ξένα κράτη τον καιρο της τετρακοσαετούς δουλείας και όχι μόνον με σκοπό την αναστήλωση τους. Ούτε και να τσιμεντώνει την Ακρόπολη και να θέλει να αφήσει το όνομα ένας θνητός πάνω σε ένα αιώνιο έργο. Οποία ασέβεια.

Αν θέλει η Ελλάδα να γίνει πραγματικά σπουδαία ξανά και όχι ο παρίας των εθνών, πρέπει να αναζητήσει την ισοκατανομή και να επαναφέρει το αίσθημα του ισοζυγίου στους πολίτες της και ειδικότερα στα όρια της με την πατρική αγάπη του Ιακώβ προς τον Ιωσήφ, που από φθόνο τον πέταξαν τα αδέλφια του στο λάκκο και στην αιχμαλωσία.

Πρέπει να αγαπήσει τον αδελφό της και όχι τον εχθρό της.

Ας μείνουν στη θύμηση μας οι στίχοι του εθνικού ποιητή :

Η διχόνοια που βαστάει ένα σκήπτρο η δολερή,

Καθενός χαμογελάει

Πάρτο λέγοντας κι εσύ.

Είναι κρίμα καθώς ζούμε ιστορικές στιγμές και βρισκόμαστε στο αντίθετο σημείο του κύκλου της ιστορίας, ώστε να μην αδράξουμε την ευκαιρία να λαμπρύνουμε ξανά. Σημείο καμπής θα είναι ο δείκτης διαφθοράς και η ανεκτικότητα στην κοινωνία.

Κι ας είναι βαρύ το κλίμα, επειδή το τελευταίο χρονικό διάστημα με αφορμή την πανδημία και τα υγειονομικά μέτρα, όπως και νομοσχέδια που διεγείρουν μερίδα συμπολιτών, που επέτεινε ο εγκλεισμός με τον χωροχρονικό περιορισμό ελευθερίας κίνησης, συμβάλλοντας σε αυτό η αμφιβολία μήπως τα μέτρα γίνουν πειρασμός, ώστε η επαναφορά τους να μην επανέλθει ποτέ το ίδιο με τη βοήθεια της τεχνητής νοημοσύνης, θα κάνω μια ευχή.

Κάνε Θεέ μου να μη διχαστούν ξανά οι Έλληνες. Είμαι σίγουρος πως στο μέλλον θα ακουστούν χριστιανικά τροπάρια μέσα από την Αγία Σοφία. Ως πότε θα τιμωρούμαστε για λάθη του παρελθόντος;

13.04.2021 

Μ Α


12.04. Ημέρα μνήμης για εθνικούς ήρωες.




 Εμείς τις σημαίες μας τις είχαμε μεσίστιες για εσένα που έπεσες για την Ειρήνη στην πατρίδα μας , για το Αιγαίο πέλαγος μας.

Το μήνυμα ελήφθη. 

Από εκεί ψηλά που είσαι Γιώργη να μας προσέχεις. 

12.04.2018: Πέρασε στην αιωνιότητα ο Σμηναγός Γιώργος Μπαλταδώρος μαζί με τα όπλα του, τιμώντας τους όρκους του γένους μας: 

«Ού καταισχυνώ όπλα τά ιερά,

ούδ' εγκαταλείψω τόν παραστάτην,

 ότω άν στοιχήσω.»

Σαν σήμερα το 2018 μετά από αερομαχία για την προάσπιση των ελληνικών αιθέρων πέφτει στο βυθό του Αιγαίου με το mirage ο Γιώργος Μπαλταδώρος. Σήμερα , 12.04.2021 ανεβαίνει για να τον συναντήσει ένας σύγχρονος εθνικός ευεργέτης μας, ο  Υποστράτηγος επί τιμή Ιάκωβος Τσούνης. Ο άνθρωπος που χάρισε όλη την περιουσία του στις ένοπλες δυνάμεις για να μη χαθεί μήτε σπιθαμή γης, μήτε μίλι θαλάσσης ή αέρα από αδυναμία του έθνους.  

Κλείνοντας τον επικήδειο με τα λόγια του: 

<<Δίχως πατρίδα, ούτε ο πλούτος, ούτε η δόξα ούτε οι χαρές υπάρχουν. Όλα χάνουν την αξία τους, είναι γνωστό σε όλους>>• Προβληματιζόμενοι από την διαθήκη του πως : <<Η ελευθερία που κερδίσαμε με κάθε κόστος ήταν δευτέρας κατηγορίας γιατί ακολουθούμε την ασυδοσία ως ελευθερία και ως Ελευθερία Ελλήνων Πολιορκημένων>>. 

Αυτή η ασυδοσία που προσπαθεί να κυριαρχήσει παντού με τα προσωπεία της φτάνοντας στο σημείο να  εκτελέσει δημοσιογράφο μέρα μεσημέρι εν μέσω της οδού δεν πρέπει να περάσει.


Καλό ταξίδι Γιώργο!



Καλό ταξίδι Γιώργο Καραϊβάζ. Στάθηκες συμπαραστάτης και μετέδιδες ανυστερόβουλα τη φωνή, το παράπονο, την αδικία και τις προτάσεις για μια καλύτερη αστυνομία, για μια καλύτερη κοινωνία. Συναντηθήκαμε μόνο μια φορά στο Αρχηγείο στην παρουσίαση του τοπικού αστυνόμου , αλλά ήταν σαν να σε γνώριζα χρόνια , κάθε φορά που δημοσίευες ένα κείμενο μου για να αλλάξουμε τα κακώς κείμενα, για να συμβαδίσουμε με την εξέλιξη που ερχόταν.

Κι είναι κρίμα! Όταν δολοφονείται ένας δημοσιογράφος είναι μια μαχαιριά στην δημοκρατία, μια μαχαιριά στην ελευθερία έκφρασης λόγου. Πολλώ δε μάλλον σε έναν κόσμο που αλλάζει και σκληραίνει άρδην και με τα μέτρα των χρονικών και γεωγραφικών περιορισμών κινήσεως, οι άνθρωποι ασυναίσθητα σιγά σιγά ενσωματώνουν την ψυχολογία των πρωτανθρώπων των σπηλαίων με τον δια ζώσης συναινετικό διάλογο να αντικαθίσταται από την ωμή βία με το σπήλαιο να είναι το σπίτι πλέον και το κυνήγι για επιβίωση να είναι η εργασία.

Θα θυμόμαστε την πολυσυλλεκτική ενημέρωση που έπραττες στο BLOKO.gr που είναι απαραίτητη για την κοινωνική ώσμωση.

Ίσως αυτός ο ανοιχτός διάλογος στην πλατεία Εξαρχείων να γίνει κάποια στιγμή κι εσύ να καμαρώνεις από ψηλά με τις σκιές που κυνηγάνε την κοινωνία μας να διαλυθούν από την αλήθεια.

Αναπαύσου εν ειρήνη! Θερμά συλλυπητήρια στους οικείους σου.

10.04.2021

Μ Α


Δευτέρα 5 Απριλίου 2021

«Άμποτε, ήρωα Μάρκο, κι εγώ από τέτοιο θάνατο να πάω». Ιστορίες ηρώων του 1821

«Άμποτε, ήρωα Μάρκο, κι εγώ από τέτοιο θάνατο να πάω».


Εδώ σε αυτά τα άγρια βουνά, από κάτω κείτεται μέσα στα βράχια η Παναγία η Προυσσιώτισσα. Εδώ το 1823 μετέφεραν τον Καραϊσκάκη σε ένα φορείο από κλαδιά τα παλληκάρια του, ημιθανή υποφέροντας από αρρώστια στα πνευμόνια για να ιαθεί.

Γνωστός για τα ανέκδοτά του ήταν αρκετές μέρες στο μοναστήρι χωρίς βελτίωση και τον παρακινεί ένας καλόγερος να τάξει κάτι στην Παναγία για το καλό του.

Απάντησε τι να δώσω, άλλο από το μουλάρι μου δεν έχω και το τάζω, προσπαθώντας να χαμογελάσει μες στον πόνο του. Όταν βελτιώθηκε κάπως η υγεία του πριν αναχωρήσει από το μοναστήρι, έδεσε το μουλάρι του στην πόρτα της εκκλησίας , εκστομίζοντας τον σατυρικό του λόγο:

-Που να το’ ξερα ‘γω πως ήθελες μουλάρι για να με γειάνεις τόσους μήνες…

Έπειτα, την Πρωταπριλιά του 1824 στην εκκλησία της Παναγιάς στο Αιτωλικό, έλαβε χώρα ένα από τα πιο μελανά στίγματα στην ιστορία του ξεσηκωμού, από την στημένη καταδίκη του για προδοσία με τους Τούρκους, από τον Μαυροκορδάτο που τον κατάτρεξε όσο κανείς άλλος, αποστερώντας του όλα τα αξιώματα μέχρι να μετανοήσει επιστρέφοντας στα χριστιανικά και ελληνικά χρέη του και δίνοντας του 48 ώρες προθεσμία να αναχωρήσει.

Μάλιστα δε υπάρχει ένα απόσπασμα από γράμμα του Μαυροκορδάτου:

«Μανθαίνω ότι είναι κακά άρρωστος… Η φθίσις του έφθασεν εις τον τρίτον βαθμόν… ίσως ο Θεός μας απαλλάξη από αυτόν…»

Ο ασθενής στρατηλάτης μεταφερόμενος πάλι σε ένα ξυλοκρέβατο από κλαδιά είχε προορισμό τα Άγραφα ήταν κυνηγημένος κι από Τούρκους και από το πρωτοπαλίκαρο του Μαυροκορδάτου, τον Ράγκο. Εκείνοι που τον καταδικάσανε για προδοσία, τώρα επιτίθεντο από κοινού με τους Τούρκους. Ο Μαυροκορδάτος προς τον Ράγκο έγραψε σε ένα γράμμα: «Ήθελα λάβει μεγάλην ευχαρίστησην, αν τον επιάνατε…»

Στο Καρπενήσι απάντησε στην Γραμμένη Οξυά τον Α. Ίσκο, τον Γ. Δράκο, τον Χρ. Περραιβό και άλλους οπλαρχηγούς που έτρεξαν να τον βοηθήσουν. Εκεί φιλοξενήθηκε στη Δόμνιτσα από τους Γιολδασαίους και άλλους φίλους του και παρακάλεσε τον παπα-Γιάννη, μόλις τον είδε να μπαίνει στην πόρτα:

«Παρακάλα, παπά μου, το Θεό να γίνω καλά για το Γένος».

Και στην 27 Μαϊου 1824 έγραψε αυτή τη γραφή στο Διευθυντήριο, στον Μαυροκορδάτο:

«Εμένα η κακή τύχη μου και αρρώστησα οπίσω. Δεν ηξεύρω κιόλα από τα κρύα τα πολλά ήταν ή από τους τόσους αφορισμούς όπου μου εκάματε, και σε παρακαλώ να με συγχωρέση η Διοίκησις και όλοι οι χριστιανοί και να μου σταλθεί και μία ευχή συγχωρητική παρά του αρχιερέως.»

Δεν του απάντησε ποτέ και κινήθηκε προς το Ναύπλιο , για να συναντήσει την ιστορία μέσα από τον εμφύλιο διχασμό και λαμπρές νίκες στην Ρούμελη μέχρι το ηρωικό τέλος του στο Φάληρο την 23η Απριλίου 1827, όπου σηκώθηκε βαρειά άρρωστος με πυρετό να ανακόψει τα στρατεύματα του Κιουταχή.

Εν τέλει, εκπληρώνοντας έτσι την ευχή του στο νεκρό σώμα του Μπότσαρη που μεταφέρθηκε στο νάρθηκα του ναού της Παναγίας Προυσσιώτισσας μετά τη νίκη του στο Κεφαλόβρυσο την 9η Αυγούστου 1823 και μόλις το έμαθε ο ασθενής στρατηλάτης, σηκώθηκε από το στρώμα του και σύρθηκε ως το λείψανο. Έσκυψε έπειτα και φίλησε με δάκρυα το νεκρό κι είπε:

«Άμποτε, ήρωα Μάρκο, κι εγώ από τέτοιο θάνατο να πάω».

«Ο Μάρκος ήτανε τρανός. Είχε νου που δεν είχε άλλος, είχε καρδιά λιονταριού και γνώμη δίκια σαν του Χριστού. Ούτε το δάχτυλό του δεν του φτάνουμε».

Ας μείνουν χαραγμένα στη μνήμη μας τα τελευταία του λόγια:

«Ελάτε να σας φιλήσω».

Για αυτό συνέβη η εθνική παλιγγενεσία αν και πέρασε από μύρια κύματα εγωισμών, συνωμοσιών, προδοσίας. Γιατί τα τελευταία λόγια των ηγετών ήταν λόγια αγάπης και ομονοίας. Λόγοι εγκαρδιωτικοί. Λόγοι που τιμούν με τις πράξεις τους τα ιδανικά του ηγέτη όπως τον έβλεπε ο Καραϊσκάκης στο πρόσωπο του Μάρκου Μπότσαρη.

Αυτά είναι τα βουνά της Ελλάδας μας που κράτησαν την σπορά του Ελληνισμού.

05.04.2020

Μιχάλης Αβέλλας

Υ.Γ.: Αυτό το βιβλίο που με συνεπήρε από τη Σχολή Αστυφυλάκων Καρδίτσας και μου το δώρισε ο τότε Διοικητής μου, ο Δημήτρης Καλλιαντζής πιθανόν και από παρόρμηση όταν έβλεπε ότι καθόμουν επί ώρες στον ελεύθερο χρόνο στη βιβλιοθήκη της σχολής και μελετούσα την εκτός ύλης στρατιωτική ιστορία.